Τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή το ζήτημα του λεγόμενου «Γάμου των Ομοφυλόφιλων και της τεκνοθεσίας», έχουμε παρακολουθήσει αρκετές εκπομπές από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και δικτύωσης. Για πολλοστή φορά διαπιστώνουμε με θλίψη, ότι οι νεοέλληνες δεν μπορούμε πλέον να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας. Επιβάλλεται η «επίσκεψις των ονομάτων» (Αντισθένης), δηλ. ο (προσδι)ορισμός των εννοιών, προκειμένου να μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε. Στο συγκεκριμένο ζήτημα, εντελώς διαφορετικά αντιλαμβάνονται οι δύο Θεσμοί που διαλέγονται (Εκκλησία και Πολιτεία) τις έννοιες «γάμος», «τεκνοθεσία/υιοθεσία» και «ομοφυλοφιλία». Με αποτέλεσμα να μη μπορεί να υπάρξει σύνθεση απόψεων, αλλά μόνο η διαλεκτική σχέση θέσεως και αντιθέσεως.
Γάμος, κατά την ορθόδοξη ελληνική παράδοση, συνάπτεται ανάμεσα στα δύο φύλα που δημιούργησε ο Θεός (άνδρας και γυναίκα). Οπότε και μόνο από τον ορισμό αυτό, αποδίδεται εμμέσως και η θεολογική θέση της Εκκλησίας απέναντι στην έννοια «ομοφυλόφιλος». Στην έννοια «τεκνοθεσία/υιοθεσία» φαίνεται να συμφωνούν και οι δύο πλευρές, όπου όμως είναι εντελώς διαφορετικός ο σκοπός της συγκεκριμένης πράξεως.
Προκαλεί, λοιπόν, εντύπωση το γεγονός ότι η κοινότητα των ΛΟΑΤΚΙ και όλοι όσοι συμφωνούν ή …υποχρεώνονται να συμφωνήσουν στις απόψεις τους (όπως η συντριπτική πλειονοψηφία των συστημικών δημοσιογράφων), δεν επιδιώκουν τον ουσιαστικό διάλογο, ούτε κρατούν έστω τη δεοντολογία της έντιμης δημοσιογραφίας των ίσων αποστάσεων, αλλά επιβάλλουν το «δικαίωμά» τους, χωρίς να αναγνωρίζουν έστω το «δικαίωμα» του συνομιλητή τους, στο πλαίσιο του «δικαιωματισμού» και μάλιστα με αισχρό και τραμπούκικο τρόπο. Εκφράσεις «έτσι γουστάρω», «έτσι μ’ αρέσει» κ.λ.π. ή απρεπείς χαρακτηρισμοί των διαφωνούντων συνομιλητών τους, του τύπου «ομοφοβικός», «φασίστας», «συντηρητικός», «οπισθοδρομικός» κ.λ.π., διαμορφώνουν το γκρίζο τοπίο της παντελούς έλλειψης επικοινωνίας.
Μπορούμε, πλέον, να αντιληφθούμε, ότι «χάσμα μέγα εστήρικται» (Λουκά, 16,26), μεταξύ των δύο κοινωνικών χώρων και ψύχραιμες, μη θεσμικές, φωνές, όπως καλλιτεχνών (Οικονομόπουλου, Νίνο κ.ά.) ή ανθρώπων της μόδας (Γαβαλάς κ.ά.), αντιμετωπίζονται με απάνθρωπο τρόπο, που θυμίζουν ολοκληρωτικά καθεστώτα και συμπεριφορές. Το αξίωμα των διαφωτιστών «διαφωνώ με την άποψή σου, αλλά υπερασπίζομαι το δικαίωμά σου να εκφράζεις την άποψή σου» (Κάντ) έχει ήδη απορριφθεί από τις συγκεκριμένες ομάδες, διαμορφωμένο ως «σου επιτρέπω μόνο να συμφωνείς με την άποψή μου, άρα δεν σου αναγνωρίζω το δικαίωμα της διαφωνίας». Τελικά αυτή η θέση (και στάση ζωής) αποτελεί τον (σύγχρονο) ορισμό της «αντιδημοκρατικότητας» και του «ολοκληρωτισμού». Επιβάλλεται πλέον η «τρομοκρατία της διαφορετικής άποψης» και μάλιστα από ανθρώπους του …πνεύματος.
Είναι γεγονός, ότι οι ιστορικές Αρχές του ελληνισμού (αρχαίου και ρωμαίικου/βυζαντινού) έχουν ρυθμίσει το ζήτημα της «ομοφυλοφιλίας». Το ζήτημα, όπως τίθεται στις ημέρες μας, δεν αποτελεί τέκνο της δικής μας κοινωνίας, αλλά τοκετό μίας άλλης και συγκεκριμένα της μητροπόλεως του σύγχρονου καπιταλιστικού μοντέλου ζωής των Η.Π.Α. «Μετακενώνεται», έτσι, στη δική μας ιδιαίτερη ιστορική πραγματικότητα και επιβάλλεται από συγκεκριμένους κύκλους και με συγκεκριμένους στόχους. Αλήθεια, γιατί δεν μετακενώνονται στη σύγχρονη νεοελληνική κοινωνία και τα δυτικά αγαθά της Αμερικής ή του προτεκτοράτου τους «Ενωμένης» Ευρώπης; Ας θυμηθούμε μερικά από αυτά τα αγαθά: ύψος αποδοχών, τιμές προϊόντων, αντιμετώπιση δανειοληπτών με παράνομες ισοτιμίες και τοκογλυφία ιδιωτικών εταιρειών, δίδακτρα-υποτροφίες-σίτιση-στέγαση-ποιότητα και προγράμματα σπουδών των φοιτητών, αξιοκρατία και επαγγελματική αποκατάσταση, ποιότητα νοσοκομειακής περίθαλψης, παροχές και ουσιαστική στήριξη της οικογένειας, συνεχής μέριμνα της τρίτης ηλικίας, σεβασμός της διαφορετικότητας και τόσο πολλά άλλα, που τα γνωρίζουμε, τα θαυμάζουμε, αλλά που ποτέ δεν ήθελε διαχρονικά η Ελληνική Πολιτεία να τα προσφέρει στους συμπολίτες της. Αντίθετα, επετράπη η εισαγωγή όλων των παθογενειών της Δύσης, όπως ναρκωτικά και ψυχοναρκωτικά, ελευθεριότητες (σεξισμός και εκμετάλλευση κυρίως της γυναίκας), ακριβά αγροτικά προϊόντα, αφού δεν στήριξε δεόντως την ελληνική αγροτική οικογένεια, τον ψαρά και τον κτηνοτρόφο, ληστρικά δάνεια που έχουν … υποθηκεύσει τη μέση ελληνική οικογένεια και κυρίως τα ανεπαίσχυντα Μνημόνια, όταν οι δηλωμένοι δανειστές μας όφειλαν και εξακολουθούν να οφείλουν πολύ περισσότερα από όσα οφείλει το Ελληνικό Κράτος.
Επειδή, αρκετοί θεωρούν ότι κυρίως οι Η.Π.Α., αλλά κατ’ επέκτασιν και η Ευρώπη, απαρτίζονται από προοδευτικές και προηγμένες κοινωνίες, έναντι της δικής μας που είναι … καθυστερημένη και ελλειμματική, μήπως οφείλουμε να εισαγάγουμε στην ελληνική πραγματικότητα και τη … «θανατική ποινή», που ορισμένες από τις «προηγμένες» χώρες εφαρμόζουν, όταν κύριο στοιχείο της διαχρονικής μας κοσμοαντίληψης είναι ο σεβασμός της ανθρώπινης ύπαρξης και του αναφαίρετου φυσικού δικαιώματος στη ζωή; Μήπως, θα πρέπει τα ελληνόπουλα, που υπηρετούν στον στρατό ή βρίσκονται σε στρατεύσιμη ηλικία, να προετοιμάζονται να συνεργαστούν και να συμπολεμήσουν με τους «ειρηνικούς» στρατούς της «προηγμένης» Δύσης κατά των Ασιατών «τρομοκρατών και ιμπεριαλιστών»; Ξεχάσαμε το έγκλημα της Γιουγκοσλαβίας;
Θα μου πείτε «ανήκουμε στη Δύση». Στη Δύση, όμως, η οποία διαμορφώθηκε σύμφωνα με τις κλασσικές πανανθρώπινες Αρχές, χάρη στα Πνευματικά Κινήματα και κυρίως τη Χριστιανική/Ελληνική Κοσμοαντίληψη. Δεν ανήκουμε και ούτε θα αποδεχθούμε ποτέ να ανήκουμε σε μια Δύση, που διαμορφώνεται και κυριαρχείται από σύγχρονους καουμπόηδες, πιστολέρο, θρασίμια των όπλων και του χρήματος. Μια Δύση-ζούγκλα. Αγαπούμε και αυτοχαρακτηριζόμαστε (και) Ευρωπαίοι, όταν η Ευρώπη πρωτίστως σέβεται και αποδέχεται τα επιτεύγματα της προόδου υπέρ του ανθρώπου.
Μετά από όλα αυτά, αναφύεται ένα ουσιαστικό ερώτημα για την αντιμετώπιση όλων των σύγχρονων κοινωνικών ζητημάτων: «Τελικά ομιλούμε ελληνικά ή … αμερικάνικα;».